-
1 диск
ο δίσκος- винта (площадь омета-емая винтом) ав. η επιφάνεια του δίσκου (σχηματισμένη υπό της προβολής μιας στροφής της έλικας)игольчатый - (с - х.) ακτινωτός -, τροχός -компактный - (CD) ψηφιακός -, το σιντί (ξεν)компактный видео- (DVD) ο ψηφιακός βιντεοδίσκος, το ντι-βι-ντίкривошипный - του στροφάλου, η πλάκα του στροφάλουкулачковый - το δισκοειδές έκκεντρο, κνωδακο-φόρος -развёртывающий (тлв.) - σάρωσης- της εξερεύνησης σε έκταση 360°- με οπές/ανοίγμα-ταшкальный - η πλάκα των ενδείξεων, βαθμολογημένος -Русско-греческий словарь научных и технических терминов > диск
-
2 вал
I. 1. тех. о άξον/αςη άτρακτοςведущий - μετάδοσης κίνησης, κινητήριος -гребной - ελικοφόρος -, τελικός -гребной - с прерывистой облицовкой τελικός - με διακεκομμένη επένδυση (χιτώνια)дейдвудный - мор. τελικός - (στη χοάνη)жёсткий - άκαμπτος -, σταθερός -карданный – τύπου καρντάνкачающийся - η ταλαντούμενη άτρακτος, παρανεύων -коленчатый - на шариковых подшипниках στροφαλοφόρος - πάνω σε σφαιροτριβείςкулачковый - εκκεντροφόρος -, κνωδακοφόρος -- συστήματος μοχλών, η δευτερεύουσα άτρακτοςраспределительный - впускных (выпускных) клапанов κνωδακοφόρος - βαλβίδων εισαγωγής (εξαγωγής)трубчатый - σωληνωτός -, ενδο-ενωτικός -- ώσης(токарного станка) η βέργα/ράβδος πάσου του τόρνου2. (печатный) о κύλινδρος τυπογραφικού πιεστηρίου 3. (включающий) (тлф) ο μοχλός διακόπτηвращающийся - искателя ο περιστρεφόμενος μοχλός επιλογής.II.(земляная насыпь) το ανάχωμα, το ύψωμα.III.(высокая волна) το πανύψηλο/πολύ υψηλό κύμα της θάλασσας.Русско-греческий словарь научных и технических терминов > вал
-
3 пробуксовка
Русско-греческий словарь научных и технических терминов > пробуксовка